Η ορεινή πεζοπορία δεν συνιστά ένα ακόμη σπορ, που μας βοηθά να διατηρηθούμε σε φόρμα, ούτε πεδίο ανταγωνισμού με στόχο την κατάρριψη ενός ακόμη ρεκόρ. Τουλάχιστον για όσους την προσεγγίζουν ερασιτεχνικά, η ορεινή πεζοπορία είναι το αποτέλεσμα μιας εσωτερικής παρόρμησης για επιστροφή στο φυσικό στοιχείο από το οποίο προερχόμαστε και από το οποίο αποσπαστήκαμε βίαια. Είναι ένας τρόπος να αποκαταστήσουμε τους χαμένους -κυρίως για όσους ζούμε κι εργαζόμαστε στα μεγάλα αστικά κέντρα- δεσμούς με τη Φύση.
Ο Σωτήρης Νικολακόπουλος αισθάνθηκε τούτη την ανάγκη πολύ νωρίς και της παραδόθηκε σχεδόν αμαχητί. Ξεκίνησε να σκαρφαλώνει στα βουνά, με την ίδια παρόρμηση και την ίδια φυσικότητα που έκανε τα πρώτα του βήματα στη ζωή. Γι’ αυτόν, η ανάβαση δεν είναι πρόκληση, αλλά βιοτική ανάγκη. Όταν τον βλέπεις σκαρφαλωμένο στα βράχια, νομίζεις ότι βρίσκεται στο φυσικό του περιβάλλον. Μα δεν του έφτανε ούτε αυτό. Η αγάπη του για το Βουνό και τη Φύση ξεχείλιζε μέσα του και ήθελε να τη μοιραστεί και μ’ άλλους, ίσως για να καταφέρει να τη διαχειρισεί καλύτερα. Την εξέφρασε με στίχους και την έκθεσε μέσα από τις μέχρι σήμερα δημοσιευμένες ποιητικές συλλογές του. Ακόμη και σε ποιήματα που δεν αναφέρονται αμιγώς στη Φύση, το Βουνό και η ανάβαση βρίσκουν τρόπο να παρεισφρήσουν.
Σε τούτο το εγχείρημα -δοκίμιο, πεζογράφημα, οδοιπορικό, δεν έχει σημασία τι τίτλο θα του δώσει κάποιος- επιχειρεί κάτι διαφορετικό. Έρχεται να μας κάνει κοινωνούς των εμπειριών και των συναισθημάτων που δοκίμασε ο ίδιος διατρέχοντας «Μονοπάτια Θεών & Ανθρώπων». Ο ορειβατικός σάκος του δεν περιέχει πια μόνο τα απαραίτητα υλικά και τρόφιμα που, ως αρχηγός βουνού, γνωρίζει ότι πρέπει να έχει μαζί του κάθε συνετός ορειβάτης, αλλά περιέχει και τα συγγραφικά εργαλεία του˙ μολύβι και χαρτί. Το βλέμμα του μετατρέπεται πλέον σε… κάμερα, μέσα από την οποία μπορούμε κι εμείς να αντικρύσουμε την ασύλληπτη ομορφιά του δειλινού στις χιονισμένες πλαγιές. Οι λέξεις του γίνονται τα δικά μας αισθητήρια όργανα, μέσω των οποίων λουζόμαστε στο φως του Λυκαίου, δροσιζόμαστε στα ιερά νερά της Στύγας, «συνομιλούμε» με την πανέρμορφη Φρύνη, της Θεσπιαία, αιχμαλωτιζόμαστε από τη μαγευτική θέα που απλώνεται μπροστά μας καθώς καβαλάμε τη ράχη του Κατακαλού… Μα ο αυτουργός του παρόντος πονήματος δεν μας αφήνει σε ησυχία. Διακόπτει την αχόρταγη διάθεσή μας να «ρουφήξουμε» τις εικόνες από το ανείπωτης ομορφιάς οδοιπορικό μας, παρεμβάλλοντάς μας ιστορήματα, διαδόσεις, γεγονότα, από την αρχαιότητα έως το πρόσφατο παρελθόν. Και το κάνει με μαεστρία, με μέτρο -θα πρόσθετα και με πανουργία- ώστε να μην κουράσει, αλλά αντιθέτως να ερεθίσει ακόμη περισσότερο την περιέργειά μας να πάμε στο επόμενο κεφάλαιο, να σκαρφαλώσουμε στην επόμενη κορυφή. Κριτική για το ύφος, την τεχνοτροπία, το λογοτεχνικό αποτύπωμα του πονήματος «Μονοπάτια Θεών & Ανθρώπων» δεν πρόκειται να αποτολμήσω. Δεν διαθέτω μήτε τα απαραίτητα γνωστικά εφόδια, μήτε το σθένος να την επιχειρήσω. Προσπάθησα να προσεγγίσω τη νέα πνευματική εργασία του αδελφικού φίλου Σωτήρη Νικολακόπουλου ως απλός -πλην φανατικός- αναγνώστης. Δεν ξέρω να σας πω εάν το «μίγμα» που χρησιμοποίησε είναι σωστό, εάν ο… φωτισμός του πέτυχε, εάν η φόρμα του είναι η κατάλληλη. Δεν με νοιάζει, δεν με αφορά. Μου φτάνει που με έκανε να ξενυχτήσω πάνω από τα χειρόγραφά του. Μου αρκεί που, σε μια περίοδο κατά την οποία όλοι παραπονιόμαστε για όσα μας στέρησε η οικονομική κρίση, ο Σωτήρης μάς μιλά για όσα απλόχερα μας χαρίζει η Φύση και μάλιστα, χωρίς να ζητά οποιοδήποτε αντάλλαγμα.
Και σας το εξομολογούμαι. Τον ζηλεύω. Την ώρα που εγώ παλεύω να ερμηνεύσω εκλογικά αποτελέσματα και να καταγράψω την καταθλιπτική και αντιφατική καθημερινότητά μας, εκείνος βρίσκει τη δύναμη να περιηγηθεί σε κάστρα μακρινά, σε εποχές περασμένες, σε ιστορίες σχεδόν ξεχασμένες και την ίδια στιγμή φροντίζει να είναι τόσο «παρών» στη ζωή μας.
Φτάνουν τα λόγια, όμως. Ας ξεκινήσει η δράση. Αναλάβατε την εξάρτησή σας και ξεκινήστε…
Θάνος Σταθόπουλος
Δημοσιογράφος
Αγγελάκη Εκδόσεις, 2012
158 σελ.
ISBN 978-960-8160-99-6