Σωτήρης Νικολακόπουλος
Ομιλια στηνΕταιρια Ελληνων Λογοτεχνων
Ιδιαίτερα η γιαγιά, λαλούσε τα παραμύθια της,
μπροστά στα έκπληκτα ορθάνοιχτα μάτια μας
οδηγώντας μας στον κόσμο…
Από πολύ μικρά παιδιά μάθαμε να διαβάζουμε και να γράφουμε. Οκόσμος μας είναι γεμάτος βιβλία, εφημερίδες, επιγραφές κτλπκτλπκτλπ, Δυσκολευόμαστε όμως να φανταστούμε μια εποχή όπου η γραφή ήταν άγνωστη, ή δεν ήταν γνωστή παρά σε ελάχιστους, ιερείς ή κρατικούς υπαλλήλους. Ωστόσο, προφορικές κοινωνίες υπήρξαν για χιλιάδες χρόνια πριν από την επινόηση της γραφής· μερικές υπάρχουν και σήμερα σε απομονωμένες περιοχές, όπου οι ανθρωπολόγοι μπορούν ακόμα να μελετήσουν τα χαρακτηριστικά τους.Ο όρος «προφορική λογοτεχνία» κατά τον Φώτη Κοντογλου Είναι ( η αναπνοή της φυλής μας ) χρησιμοποιείται σήμερα για να δηλώσει τις λογοτεχνικές δημιουργίες των πολιτισμών που δε γνωρίζουν ή δε χρησιμοποιούν συστηματικά τη γραφή. Τέτοιες δημιουργίες μπορούμε να θεωρήσουμε τα παραμύθια, τις παροιμίες και τα κάθε είδους τραγούδια και ποιήματα, που πριν καταγραφούν απαγγέλλονταν ή τραγουδιούνταν στο κοινό και περνούσαν από γενιά σε γενιά με τη λεγόμενη προφορική παράδοση.Ως έννοια, η προφορική λογοτεχνία έγινε ευρύτερα αποδεκτή σχετικά πρόσφατα.
Στο σημείο αυτό θα αναφερθώ στα είδη της προφορικής λογοτεχνίας που είναι κατά τον δικό μου επιμερισμό
Α. Προφορική Ποίηση, Στα ποιητικά είδη της λαϊκής λογοτεχνίας περιλαμβάνονται τα τραγούδια όλων των εποχών, από τα επικά μέχρι τα λυρικά, οι επωδές, τα αινίγματα, οι παροιμίες και οι ποιητικές καθημερινές εκφράσεις.
Β. Προφορική Πεζογραφία,Στα πεζογραφικά είδη της λαϊκής λογοτεχνίας περιλαμβάνονται τα παραμύθια, οι μύθοι, οι θρύλοι, οι παραδόσεις, οι ιστορικές διηγήσεις και τα ανέκδοτα.
Γ. H Αρχαία Ελληνική λαϊκή λογοτεχνία,Κείμενα λαϊκής λογοτεχνίας μπορούμε να θεωρήσουμε βασικούς μύθους της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, που συναντάμε ιδιαίτερα στην Οδύσσεια και στη θεματολογία των τραγωδιών, στις μυητικές ομάδες, όπως οι Αργοναύτες, και στα παραμυθικά στοιχεία, όπως η μυθιστορία του Μελεάγρου.
Λαϊκά τραγούδια πρέπει να ήταν τα παλαιότερα σκόλια, που τραγουδιούνταν στα γλέντια, ήταν τραγούδια μη καταγεγραμμένα του κρασιού. Τα σκόλια τα τραγουδούσαν οι αρχαίοι ξαπλωμένοι σε ανάκλιντρα και δίνοντας ο ένας στον άλλο ένα κλαδί μυρσίνης. Σχετική ήταν η συνήθεια του διαλογικού τραγουδίσματος, όπως στον Αγώνα Ομήρου Ησιόδου.
Τα σκόλια ονομάζονται έτσι, κατά μια ερμηνεία, επειδή η πορεία που ακολουθούσε η μυρσίνη από ανάκλιντρο σε ανάκλιντρο ήταν σκολιός, στραβός.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε λοιπόν ότι ο σύγχρονος πολιτισμός ανήκει εδώ και αρκετούς αιώνες στη σφαίρα του γραπτού λόγου και όλοι μας σήμερα, ειδικά στο δυτικό κόσμο, συνδέουμε σχεδόν αυτόματα και ασυναίσθητα, τη λογοτεχνία με το γραπτό λόγο. Άλλωστε, στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες, ο όρος «λογοτεχνία» συνδέεται ετυμολογικά με τη λέξη «γράμματα» (το λατινικό litterae). Συνεπώς, για τους περισσότερους σύγχρονους ανθρώπους, ακόμη και για κάποιους μελετητές, ο όρος προφορική λογοτεχνία μοιάζει να εμπεριέχει μια αντίφαση.Η αισθητική και λογοτεχνική αξία της προφορικής λογοτεχνίας συχνά αμφισβητείται. Ωστόσο, κατά την άποψη μου, μια τέτοια κρίση δεν στέκει.
Σήμερα, υπάρχουν μελέτες που έχουν αποδείξει ότι οι επώνυμοι δημιουργοί της «γραπτής» λογοτεχνίας αντλούν σε αρκετές περιπτώσεις σημαντικά στοιχεία από τους θησαυρούς της προφορικής λογοτεχνίας και ότι ορισμένα σημαντικά έργα, όπως π.χ. τα ομηρικά έπη, το έπος του Διγενή Ακρίτα, οι μεσαιωνικές μπαλάντες στην Ευρώπη, τα δημοτικά τραγούδια κτλ., είχαν μια μακραίωνη προφορική ζωή πριν καταγραφούν.
Απλώς, αυτό που δεν πρέπει να ξεχνάμε όταν μιλάμε για προφορική λογοτεχνία είναι ότι πρόκειται για έργα που δεν έχουν δημιουργηθεί για να διαβαστούν, δεν προορίζονται για ανάγνωση· θα πρέπει, λοιπόν, να αξιολογηθούν με κριτήρια διαφορετικά.Σήμερα, θεωρείται πλέον αποδεδειγμένο ότι όλοι οι πολιτισμοί κι όλες οι κοινωνίες παρήγαγαν προφορική λογοτεχνία πριν από την επινόηση της γραφής. Επρόκειτο για μια λογοτεχνία κυρίως λειτουργικής φύσεως, η οποία συνόδευε τις πιο σημαντικές στιγμές της ανθρώπινης ζωής: για παράδειγμα, υπήρχαν τραγούδια και χοροί για τους ερωτευμένους και το γάμο, για τη γέννηση, τα πρώτα βήματα των παιδιών, για το θάνατο κτλ.· επίσης, υπήρχαν θρύλοι και γενεαλογικοί μύθοι που χρησίμευαν στην εξασφάλιση ή την ενδυνάμωση της κοινωνικής συνοχής, μύθοι με στόχο να εξηγήσουν την ύπαρξη και τη λειτουργία του κόσμου, παραμύθια με ζώα, μαγείες και ήρωες που πρότειναν ή αμφισβητούσαν συγκεκριμένα κοινωνικά μοντέλα, παροιμίες που συμπύκνωναν τη σοφία της κοινωνίας κτλ.
( Εδώ θα αναφερθώ στην Αμερικάνικη τηλεοπτική σειριά ΡΙΖΕΣ )
Σε ό,τι αφορά τα γνωρίσματα της προφορικής λογοτεχνίας, τον πλέον σημαντικό ρόλο παίζει το γεγονός ότι πρόκειται για έργα που καλλιτέχνες και κοινό πρέπει να μπορούν να τα θυμούνται από μνήμης και να τα μεταδίδουν από γενιά σε γενιά. Συγκεκριμένα, η προφορική λογοτεχνία χαρακτηρίζεται από απλούστερη σύνταξη, η οποία ευνοεί την παρατακτική σύνδεση και όχι τις δευτερεύουσες προτάσεις, καθώς κι από μια ολόκληρη σειρά μηχανισμών που έχουν ως στόχο να υποβοηθούν τη μνήμη. Τέτοιοι μηχανισμοί είναι οι κάθε είδους επαναλήψεις, οι στερεότυποι στίχοι, φράσεις, εκφράσεις ή λέξεις, τα μετρικά σχήματα στην ποίηση, η τυποποιημένη χρήση των σχημάτων λόγου (π.χ. της μεταφοράς ή της παρομοίωσης) κτλ. Γενικά, μπορούμε να πούμε ότι στην προφορική λογοτεχνία, καλλιτέχνες και κοινό δεν επιζητούν την πρωτοτυπία αλλά την επανάληψη του ήδη γνωστού ή, έστω, την παραλλαγή του, μέσα όμως σε πολύ στενά πλαίσια. Το χαρακτηριστικό αυτό μας οδηγεί σε μια λογοτεχνία η οποία βασίζεται σε πλήθος στερεότυπα και συμβάσεις και με βάση τα σημερινά κριτήρια είναι πιθανό να αξιολογηθεί αρνητικά (χαρακτηριστικά παραδείγματα για όλα τα παραπάνω γνωρίσματα είναι, βέβαια, τα ομηρικά έπη και τα δημοτικά τραγούδια).
Ένα άλλο ιδιαίτερο γνώρισμα της προφορικής λογοτεχνίας είναι ότι δεν αποτελείται μόνο από στοιχεία γλωσσικά ή λεκτικά αλλά περιλαμβάνει και τα λεγόμενα παραγλωσσικά στοιχεία, όπως όλες οι μορφές προφορικού λόγου· εννοούμε δηλαδή τις χειρονομίες και τους μορφασμούς του αφηγητή ή του τραγουδιστή, τον επιτονισμό των φράσεων, το χρωματισμό της φωνής, τους δισταγμούς, τα χάσματα και τις σιωπές, και γενικά όλα τα μη λεκτικά στοιχεία της «εκτέλεσης» του έργου, τα οποία έχουν βέβαια την ιδιαίτερη σημασία τους. Από την άποψη αυτή, κανένα γραπτό κείμενο δεν αποτελεί απλή μεταγραφή του προφορικού λόγου, ακριβώς επειδή δεν μπορεί να τον αποδώσει πλήρως.
Ιδιαίτερα σημαντικό είναι και το ότι τα έργα της προφορικής λογοτεχνίας δεν αποκτούν ποτέ μια σταθερή, παγιωμένη και οριστική μορφή. Καθώς μεταδίδονται από καλλιτέχνη σε καλλιτέχνη, από περιοχή σε περιοχή και από γενιά σε γενιά, υπάρχουν στοιχεία που χάνονται επειδή ξεχνιούνται ή επειδή δεν υπηρετούν πλέον τον αρχικό τους σκοπό, άλλα που προστίθενται από τους αυτοσχεδιασμούς των «εκτελεστών» ή για να εκφράσουν μια νέα κατάσταση, άλλα που αναπτύσσονται σε διάφορες παραλλαγές ανάλογα με την περιοχή, την εποχή ή το κοινό κτλ. Το γεγονός αυτό έχει δύο σοβαρές συνέπειες: καταρχήν, σε ό,τι αφορά εμάς σήμερα, αντιμετωπίζουμε πολύ μεγάλα προβλήματα στη μελέτη της προφορικής λογοτεχνίας· έπειτα, σε ό,τι αφορά την πρόσληψη του έργου απ’ το κοινό της εποχής του, είναι προφανές ότι επρόκειτο για ένα ακροατήριο που δεν ενδιαφερόταν να ακούσει το έργο στην ολότητά του ή με μια δεδομένη σειρά, όπως συμβαίνει σήμερα με τα βιβλία και το αναγνωστικό κοινό. Το ακροατήριο της προφορικής λογοτεχνίας μπορούσε να αρκεστεί σ’ ένα ωραίο απόσπασμα, μια παραλλαγή ενός θέματος ή ακόμη και σε μερικούς στίχους.
Έπειτα απ’ όλα αυτά, είναι φανερό ότι η χρησιμοποίηση του όρου «κείμενο» ως προς την προφορική λογοτεχνία γίνεται πάντοτε καταχρηστικά. κυρίως επειδή έχουμε κατά νου συγκεκριμένα έργα, όπως έχουν καταγραφεί σε μεταγενέστερη εποχή.
Για τον ίδιο λόγο, άλλωστε, δεν μπορούμε να μιλάμε για συγκεκριμένους και επώνυμους δημιουργούς στο χώρο της προφορικής λογοτεχνίας, αλλά μόνο για ανώνυμους καλλιτέχνες, με την ευρεία έννοια του όρου· δηλαδή για ανθρώπους που μπορούσαν να απαγγείλουν χιλιάδες στίχους, να τραγουδήσουν και να αφηγηθούν, να αυτοσχεδιάσουν αν υπήρχε ανάγκη, και φυσικά να μεταδώσουν στην επόμενη γενιά τις γνώσεις και τις τεχνικές τους. Ανάλογα με την κοινωνία και την εποχή για την οποία μιλάμε, θα τους ονομάσουμε αοιδούς, ραψωδούς, βάρδους, τροβαδούρους κτλ.· και θα πρέπει να θυμόμαστε ότι οι άνθρωποι αυτοί έχαιραν πάντοτε ξεχωριστής εκτίμησης και θεωρούνταν ότι έχουν μια ιδιαίτερη επικοινωνία με το θείο — ίσως διότι κατά κάποιο τρόπο αντιπροσώπευαν τη συλλογική μνήμη και σοφία της κοινότητας.
Εδώ θα αναφερθώ σε αυτούς στα διάφορα μέρη της Ευρώπης από τον 5οεως τον 15ο αιώνα που μετάφεραν προφορικά δίκην ρεπόρτερ.Τι ιστορίες μετέφεραν.
Στη Γαλλία, οι πρώτες εκδηλώσεις παρουσιάστηκε τον 12ο αι, Αξίζει να αναφερθούν το Μυθιστόρημα των Θηβών, το Μυθιστόρημα του Αινεία (1160) και το Μυθιστόρημα της Τροίας (1165-1670) από την Αινειάδα, και το Πύραμος και Θίσβη, που είναι εμπνευσμένο από τις Μεταμορφώσεις του Οβίδιου. καθώς και άλλων αξιόλογων μυθιστορημάτων, όπως τα Λανσελότος, Ιβέν, Περσεβάλ κ.ά.. Την ανώτερη έκφραση της ς ποίησης αποτελούν τα ποιήματα του κύκλου αυτού (ή του βασιλιά Αρθούρου)
Στον κύκλο της Βρετάνης, ξεχωρίζουν οι δύο παραλλαγές (μεταξύ 1160 και 1170) του έργου Τριστάνος και Ιζόλδη, -και συγχρόνως το παλαιότερο- είναι το Άσμα του Ρολάνδου..
Στην Ιταλία, διαδόθηκε ευρέως μέσα στις ευνοϊκές συνθήκες Τον 14ο αι. η αφηγηματική λογοτεχνία των αοιδών. Χρησιμοποιούσε την ενδεκασύλλαβη οκτάστιχη στροφή (το μέτρο του Λανσελότου, του Τριστάνου, του Ορλάνδου κ.ά.) και απαγγελλόταν στους δρόμους και στις πλατείες από τους διάφορους περιπλανώμενους τροβαδούρους.
Στην Ιβηρική χερσόνησο,. Το Amadis de Gaula,το σημαντικότερο ισπανικό ποίημα,. Ξεχωριστή θέση κατέχει το περιφημότερο από όλα, το CantardelmioCid, ισπανικό έπος που αντικατοπτρίζει τον μακραίωνο αγώνα των ιβηρικών λαών εναντίον των Αράβων εισβολέων και κατατάσσεται στα κείμενα που συντέλεσαν στη διαμόρφωση της εθνικής συνείδησης
Στην Αγγλία Υπάρχουν στοιχεία ενός θρύλου για τον βασιλιά Αρθούρο, ενώ τον 12ο αι. ο Τζέφρι του Μόνμαουθ άρχισε τον κύκλο του Αρθούρου με την Ιστορία των βασιλιάδων της Βρετανίας.
Τα πρώτα ιπποτικά ποιήματα της Γερμανικής παράδοσης (12ος αι.) Η πιο ρωμαλέα ποιητική έκφραση εμφανίστηκε στα μυθιστορήματα του Χάρτμαν φον Άουε και κυρίως στον Βόλφραμ φον Έσενμπαχμε τον θρύλο του Πάρσιφαλ (1200-1210), διαποτισμένο από χριστιανικό μυστικισμό, και στον Γοδεφρείδο του Στρασβούργου με το ημιτελές Τριστάνος και Ιζόλδη (περ. 1210). Πρέπει επίσης συμπληρωματικά να αναφερθεί ο θρύλος του Τραγουδιού των Νιμπελούνγκεν (περ. 1200-1204
Στον Ελληνικό χώρο, αντιπροσωπεύεται από τα ακριτικά τραγούδια όπως το έπος του Διγενή Ακρίτα, το Χρονικό του Μορέως και μια σειρά έμμετρων ιπποτικών μυθιστορημάτων. Τα έργα αυτά, στα οποία αφθονούν και τα ανατολικά και τα αρχαία ελληνικά στοιχεία, ανήκουν στο 14ο και 15ο αιώνα και είναι γραμμένα σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο.
Εδώ πρέπει να τονίσουμε ότι ο,λη αυτή η Λογοτεχνική προφορική πλειάδα, με την ανάπτυξη της τεχνολογίας που ακολούθησε τα πάντα καταγράφηκαν.
Σήμερα αν πάμε μέχρι την Πίνδο θα εντυπωσιαστούμε από τα άπειρα κείμενα που αναφέρονται στην ζωή των Σαρακατσάνων και λέγονται ακόμα από στόμα σε στόμα.
(Σύμφωνα με τη σύγχρονη θεωρία, η προφορική λογοτεχνία συνδέεται ως έννοια με δύο πολύ ευρύτερες έννοιες, την προφορική παράδοση και την προφορικότητα. Με τον όρο «προφορική παράδοση», δηλώνουμε το τμήμα εκείνο της πολιτισμικής κληρονομιάς μιας κοινωνίας, που μεταδίδεται χωρίς τη βοήθεια της γραφής, και μέρος του οποίου αποτελεί βέβαια η προφορική λογοτεχνία…..
Κλίνοντας θέλω να αναφερθώ σε ενα τελευταίο στοιχείο που κατά την γνώμη μου χαρακτηρίζει τη σχέση μεταξύ γραπτού και προφορικού λόγου στη σύγχρονη εποχή, είναι η εκδίκηση, θα λέγαμε, του δεύτερου μέσα απ’ την καταλυτική παρουσία των μέσων μαζικής ενημέρωσης και ειδικά των ηλεκτρονικών. Εκ πρώτης όψεως, είναι αλήθεια ότι η κυριαρχία των Μ.Μ.Ε. απειλεί ό,τι παραπάνω ορίσαμε ως προφορικότητα — έστω και για τον απλούστατο λόγο ότι επιβάλλει μια ομοιομορφία τόσο στο λόγο όσο και στον τρόπο σκέψης. Αν όμως αναλύσουμε βαθύτερα την πραγματικότητα των Μ.Μ.Ε., θα διαπιστώσουμε ότι με τη χρησιμοποίηση μέσων και συστημάτων όπως το ραδιόφωνο, η τηλεόραση, οι ηχογραφήσεις, οι υπολογιστές κτλ., έχουμε ήδη περάσει σε μια «δεύτερη προφορικότητα», δηλαδή σε μια φάση που απαιτεί από όλους μας νέες και ειδικότερες ικανότητες κατανόησης και επικοινωνίας, οι οποίες θα είναι απαραίτητες για να ζήσουμε στις μελλοντικές κοινωνίες της πληροφορίας. Όσοι δε θα έχουν αυτές τις ικανότητες, είναι πολύ πιθανό ότι θα ζουν στο περιθώριο, ακριβώς όπως οι σημερινοί αναλφάβητοι.
Ας μην ξεχνάμε ότι η γραπτότητα ήταν πάντα ένα σύνολο ικανοτήτων, συμβάσεων κι εφαρμογών ιστορικά και κοινωνικά διαμορφωμένο και πολύ άνισα κατανεμημένο.
20 Φεβρουαρίου 2017
ΠΗΓΕΣ :
– Βούρτσης, Ι. Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό,
– Γ.Βελουδής, Γραμματολογία. Θεωρία Λογοτεχνία
-Μαστροδημήτρη Π.Δ., Εισαγωγή στη νεοελληνική φιλολογία,
-Παγανός Γ.Δ., Η νεοελληνική λογοτεχνία. Θεωρία και πράξη
-Ι.Πανταζίδης, “Φιλολογία, Γραμματολογία, Λογοτεχνία”,
-Σκαρτσής Σ. (1999), Εισαγωγή στη λαϊκή λογοτεχνία, Ελληνικά Γράμματα,
-Του ιδίου (2002), Η προφορικότητα, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.
-Οι ποιητικοί διάλογοι είναι παλαιός λαϊκός ποιητικός τρόπος. Βλ. Ι.Θ. Κακριδή, Ομηρικά θέματα