Σωτήρης Νικολακόπουλος 21η Μαρτίου 2014
Σε εκδήλωση του δήμου Γλυφάδας (Δημαρχείο Γλυφάδας)
- Εισαγωγή
Η Παγκόσμιας Ημέρας Ποίησης εορτάζεται κάθε χρόνο στις 21 Μαρτίου. Η αρχική έμπνευσή της ανήκει στον Έλληνα ποιητή Μιχαήλ Μήτρα, ο οποίος το φθινόπωρο του 1997 πρότεινε στην Εταιρεία Συγγραφέων να υιοθετηθεί ο εορτασμός της ποίησης στην Ελλάδα, όπως και σε και σε άλλες χώρες, και να οριστεί συγκεκριμένη μέρα γι’ αυτό. Η εισήγησή του έφτασε με επιστολή στα χέρια του ποιητή και μελετητή της ποίησης Κώστα Στεργιόπουλου, προέδρου τότε της Εταιρείας Συγγραφέων. Η ποιήτρια Λύντια Στεφάνου πρότεινε ως ημέρα εορτασμού την 21η Μαρτίου, την ημέρα της εαρινής ισημερίας, που συνδυάζει το φως από τη μία και το σκοτάδι από την άλλη, όπως η ποίηση, που συνδυάζει το φωτεινό της πρόσωπο της αισιοδοξίας με το σκοτεινό πρόσωπο του πένθους. Η πρώτη Ημέρα Ποίησης γιορτάστηκε το 1998 στο παλιό ταχυδρομείο της πλατείας Κοτζιά. Ετοιμάστηκε με ελάχιστα έξοδα και πολλή εθελοντική δουλειά, και είχε μεγάλη επιτυχία. Την επόμενη χρονιά ο συγγραφέας Βασίλης Βασιλικός, πρέσβης της Ελλάδας στην UNESCO, εισηγήθηκε στο Εκτελεστικό Συμβούλιο του οργανισμού η 21η Μαρτίου να ανακηρυχθεί Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης, όπως η 21η Ιουνίου είναι Παγκόσμια Ημέρα Μουσικής. Οι Γάλλοι, οι Ιταλοί, οι Τυνήσιοι και άλλοι πρέσβεις από χώρες της Μεσογείου υποστήριξαν την εισήγηση και η ελληνική πρόταση υπερψηφίστηκε. Τον Οκτώβριο του 1999, στη Γενική Διάσκεψη της UNESCO στο Παρίσι, η 21η Μαρτίου ανακηρύχθηκε Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης.
Το σκεπτικό της απόφασης ανέφερε: «Η Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης θα ενισχύσει την εικόνα της ποίησης στα ΜΜΕ, ούτως ώστε η ποίηση να μην θεωρείται πλέον άχρηστη τέχνη αλλά μια τέχνη που βοηθά την κοινωνία να βρει και να ισχυροποιήσει την ταυτότητά της. Οι πολύ δημοφιλείς ποιητικές αναγνώσεις μπορεί να συμβάλουν σε μια επιστροφή στην προφορικότητα και στην κοινωνικοποίηση του ζωντανού θεάματος και οι εορτασμοί μπορεί να αποτελέσουν αφορμή για την ενίσχυση των δεσμών της ποίησης με τις άλλες τέχνες και τη φιλοσοφία, ώστε να επαναπροσδιοριστεί η φράση του Ντελακρουά “Δεν υπάρχει τέχνη χωρίς ποίηση”».
- Γενικά
Μία από τις δύο βασικές κατηγορίες του λόγου, του έμμετρου λόγου, έναντι του πεζού λόγου και του διαλόγου και κατ’ επέκταση της Λογοτεχνίας, ήταν ανέκαθεν δύσκολο να οριστεί και γι’ αυτό έχουν δοθεί ιδιαιτέρα πολύ ορισμοί ανά τους αιώνες. Σύμφωνα με τον σημαντικό Αργεντινό συγγραφέα Χόρχε Λουίς Μπόρχες. “Ποίηση είναι η έκφραση του ωραίου, διαμέσου λέξεων περίτεχνα υφασμένων μεταξύ τους”. Για τη μελέτη της πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής ιστορίας ενός λαού ή ενός τόπου είναι δυνατόν ν’ αναζητηθούν διάφορα σχετικά συγγράμματα που όμως θα οδηγήσουν μακριά από το σκοπό τους αν δεν αναζητηθεί και η τέχνη μ’ όλα τα παρακλάδια της που ανέπτυξε ο συγκεκριμένος λαός συγκεκριμένου τόπου. Ανάμεσα στις διάφορες τέχνες την πρώτη θέση κατέχει πάντα η Τέχνη του Λόγου, που αποτελεί την Τέχνη των Τεχνών, αφού κύριο όργανο της είναι η γλώσσα, το κατεξοχήν εκφραστικό μέσο του ανθρώπου. Πιο παλιά μορφή της Τέχνης του Λόγου είναι η Ποίηση που είναι και η πλέον συναισθηματική, πιο μουσική, συνεπώς και πιο ψυχική από τον πεζό λόγο και τον σκηνικό διάλογο.
- Η Ελληνική Ποίησης
Ελλάδα είναι ή χώρα πού φανέρωσε αληθινά την ποίηση. Τη γέννησε ολοκάθαρη,, την έθρεψε και την Έδωσε σ’ όλο τον κόσμο. ‘Εδώ παρουσιάστηκε όμορφη, δυνατή, μεγάλη, σοφία και τέχνη. Το πνεύμα τού “Έλληνα πάντα δημιουργικό, δε μπορούσε να μείνει έξω από την αρμονία, δε μπορούσε να ζήση χωρίς αυτή. Πάντα προσπαθούσε να ανέβει ψηλότερα, να φτάσει σε κάτι το διακριτικό, στο ωραίο, σε μια σφαίρα πού θα φτερούγιζε ο κόσμος της ευαισθησίας, το μελωδικό τραγούδι της ψυχής, ή ζωή, το ανέσπερο φως. Ή ποίηση βαφτίστηκε στην πατρίδα μας, εδώ πήρε το άνομα της, έγινε αγάπη και πάθος, ύμνος και ικεσία, υψώθηκε ανθρώπινα και μεγαλούργησε. “Έγινε ή καρδιά τού “Έλληνα και με αυτή αυτός εκφραζόταν, μιλούσε, ταξίδευε, περιπλανιόταν στους κάμπους, στα βουνά, στη γαλάζια μας θάλασσα, και μ’ αυτή άφηνε να ξεπηδήσει ή χαρά, να κύλιση το δάκρυ, να γιομίσει το σύμπαν φωνή γλυκιά. Με αυτή πολεμούσε, με αυτή γεννιόταν, με αυτή πέθαινε. Με την ποίηση ξυπνούσε τους πόθους του, φτέρωνε τις ελπίδες του, έγραφε την καθημερινή Ιστορία, έχτιζε Παρθενώνες, γκρέμιζε τη σκλαβιά του, κρατούσε αθάνατη τη λευτεριά. Το αρχαίο πνεύμα στην ουσία του ήταν πλατύ, ολόφωτο, έκλεινε στα σπλάχνα του το σπόρο και τις ρίζες μιας κοινωνίας πανανθρώπινης, χωρίς μίση και πάθη, χωρίς τις βάρβαρες αναζητήσεις, καλλιεργούσε την ευγένεια, τη λεπτότητα, πάλευε να σύντριψη την ασχήμια, να θεμελίωση την αγάπη, να φτάσει στην κάθαρση. Ό “Έλληνας εκφραζόταν καλύτερα με την ποίηση, γιατί ποίηση ήταν το πνεύμα του. Ή αναζήτηση πού βρισκόταν στην ανάσα του, τον έφερνε με την ποίηση πιο κοντά στο αληθινό. Τον οδηγούσε στην κατάκτηση της στέρεας γης, στο χτίσιμο μιας καινούργιας αυγής, τον ακουμπούσε στις κοινωνίες των λαών έναν ήλιο χρυσό, στις σκοτεινές, στις πικρές εποχές. Ή Ελληνική ποίηση στο βάθος της δε συγκρίνεται με καμιάν άλλη ποίηση άλλου λαού. Είναι σωστή, μια τέχνη πού δεν Έχει όμοια της, θεμελιωμένη αποκαλυπτικά στον ιερό προγονικό χώρο, στο χώμα της ζωής, της ομορφιάς, τού δίκιου. Εκφραστική, ποτισμένη από τον Ποταμό της γνώσης , μεγαλόπνοη, πότε σαν απλή μουσική νότα πότε οργισμένη σαν το πολύβουο κύμα, άλλοτε ειρηνική και άλλοτε σπαθί στο χέρι τού πολεμιστή πού μάχεται για το ιδανικό του. Στην πνευματική ανάταση των λαών, ή ποίηση μας, έπαιξε σπουδαίο ρόλο. Βοήθησε και ανάστησε τη συνείδηση πού παράδερνε στο σκοτεινό λαβύρινθο της άγνοιας, ημέρωσε, Έπλασε, δημιούργησε, για τούτο και καταξιώθηκε υποκειμενικά και αντικειμενικά. “Έγινε ή ψυχή και τό πνεύμα των αρχαίων Ελλήνων.
Ή Ίλιάδα και ή Οδύσσεια, ραψωδίες, είναι ποίηση Ελληνική πού έφτιαξε ο “Όμηρος “Έτσι την ποίηση αυτή την τραγουδούσαν παίζοντας τη λύρα, κατορθώματα ηρώων και ιστορίες διάφορες, γυρίζοντας από τόπο σε τόπο. Με βάση τις ραψωδίες αυτές γίνεται το ε π ο ς, πού χαρακτηριστικό του έχει την αγάπη για τη ζωή. Τα έπη λέγονταν από στόμα σε στόμα χωρίς να είναι γραμμένα, για αυτό με το πέρασμα τού καιρού ο καθένας πρόσθετε και κάτι δικό του αλλάζοντας την αρχική μορφή, δίνοντας τους την τελειότητα, ώσπου στον καιρό τού Σόλωνα στην Αθήνα, άρχισε ή καταγραφή τους για να συνεχιστή κατόπιν από πολλούς άλλους. Τα έπη είχαν μεγάλη σημασία για τούς “Έλληνες. Βοήθησαν στην πνευματική τους ανάπτυξη, στην ψυχαγωγία τους, κι’ έπαιξαν σπουδαίο παιδευτικό ρόλο στη ζωή τους. Από αυτά παρουσιάστηκε ή ωραία λυρική ποίηση και από το διθύραμβο ή τραγική ποίηση με την υποδειγματική και άφθαστη αττική τραγωδία. Το ποιητικό θέατρο της αρχαίας Ελλάδας προερχόμενο από το διθύραμβο, έφερε στην προέκταση του τη σάτιρα και την κωμωδία και παρουσίασε τούς μεγάλους τραγικούς συγγραφείς των αιώνων, τον Αισχύλο, το Σοφοκλή και τον Ευριπίδη, με τον πατέρα της Αττικής κωμωδίας τον Αριστοφάνη πού τα έργα τους αθάνατα, παρουσιάζονται και σήμερα σε μεγάλα θέατρα τού κόσμου με λατρεία και θαυμασμό.
Ή πατρίδα μας από τούς αρχαίους χρόνους είχε καλλιεργήσει την ποίηση της. Και ή Ελληνική ποίηση έδωσε την ομορφιά και το μέτρο της ψυχικής αίσθησης στη σφαίρα τής τέχνης. Μ’ αυτή ό “Έλληνας τραγουδούσε τα ιδανικά του, τούς πόθους, το πνεύμα του·, τη δόξα, την ελευθερία, την ειρήνη. Ή ποίηση είναι λέξη Ελληνική. ‘Εδώ, στο δικό μας χώμα φύτρωσε, μεγάλωσε, άνθισε και πήρε το όνομα της. Η λέξη ποίημα προέρχεται από το ρήμα ποιώ πού θα πει κάνω, φτιάχνω, δημιουργώ. Ποίηση είναι η τέχνη δημιουργίας ποιημάτων, δηλ. μιας διαφορετικής σύλληψης και έκφρασης της πραγματικότητας… όπως αρμονία, ομορφιά, φαντασία…
- Τ ο Π ο ί η μ α
Το ποίημα ξεχωρίζει από τον πεζό λόγο. Είναι και αυτό λογοτεχνική σύνθεση με βασικά στοιχεία το στίχο, το ρυθμό και το μέτρο. Έχει ιδιαίτερη προσεγμένη και επεξεργασμένη γλωσσική έκφραση που αποτελείται από επιλογές (φωνητικές, γραμματικές, συντακτικές, λεξιλογικές) μέσα από την συμβατική γλώσσα. Στίχος είναι μια σειρά από συλλαβές πού έχουν ένα ρυθμό. Κάθε ποίημα έχει δικό του αριθμό στίχων. Ρυθμός είναι ή μουσικότητα πού αισθανόμαστε από το κανονικό άκουσμα τού τόνου. Μέτρο είναι το ταίριασμα των τονισμένων και άτονων συλλαβών για ένα ρυθμικό αποτέλεσμα. Τόνος είναι το δυνάμωμα τής φωνής στις ανάλογες συλλαβές έτσι πού να μην χάνεται ή αρμονία τού στίχου. Χωρίς τόνο δεν έχουμε ρυθμό. Ό ρυθμός δε μένει πάντα ο ίδιος αλλά αλλάζει.
- Ελεύθερος Στοίχος
Αναφέρθηκα, με πολύ λίγα λόγια, στον έμμετρο λόγο, την παραδοσιακή ποίηση. “Όμως έξω από αυτή έχομε και τον ελεύθερο στίχο. Ό ελεύθερος στίχος διαφέρει από τον παραδοσιακό στίχο. Δεν έχει ομοιοκαταληξία, δεν είναι ισοσύλλαβος. Μπορεί ο ένας στίχος να έχει λίγες συλλαβές κι’ ο άλλος περισσότερες. Μπορεί ή ποίηση αυτή να φαίνεται εύκολη, είναι ωστόσο πολύ δύσκολη. “Έχει αρμονία λεπτή, τόνους ρυθμικούς, έχει βάθος, έμπνευση, λυρισμό. Είναι ή ποίηση πού παίρνει μια αξιόλογη θέση στη σύγχρονη ζωή. Ό ελεύθερος στίχος δεν έχει τη σταθερότητα τής μορφής και δεν φυλακίζεται στο χώρο τού έμμετρου λόγου για να μπορεί έτσι να πλαταίνει την έκφραση του και ή κίνηση του να παίρνει μία καθολικότητα ιδεολογική και λυρική. Ό ποιητής μπορεί να κινηθεί χωρίς περιορισμούς στην έκταση τού στίχου του, χωρίς όμως τούτο να σημαίνει ασυδοσία, πεζολογία και κατάχρηση τής ελευθερίας πού τού δίνεται για τη δημιουργία. Στον ελεύθερο στίχο οι λέξεις διαλέγονται προσεχτικά, τα νοήματα είναι δεμένα με την εξωτερική μορφή, οι εικόνες είναι ολοζώντανες, καθαρές, πλαστικές, υπάρχει ο ρεαλισμός, το βάθος, ή μουσικότητα. “Αν λείπουν ή ομοιοκαταληξία, οι κανονικές στροφές ή και αν δεν έχει καθόλου στροφές, είναι πάντα τεχνικός, δουλεμένος με έμπνευση και αγάπη, με πίστη και ομορφιά. Αποφεύγει τις χασμωδίες, την πολυλογία, το περιττό. Δεν είναι αφηρημένος, μπαίνει στην ανθρώπινη υπηρεσία, γίνεται ζωή.
Επίλογος
Ξεκινώντας από την αρχαία μας Ελληνική ποίηση, πεζοπορήσαμε χωρίς λεπτομέρειες στον απέραντο χώρο της για να φτάσουμε και να σταλθούμε μπροστά στη σύγχρονη Νεοελληνική ποίηση μας, πού τόση μεγάλη σημασία έχει για το λαό μας. Έχει να παρουσίαση μια πηγή φωτός με τούς μεγάλους ποιητές: το Βαλαωρίτη, τον Κάλβο, το Σολωμό, τον Παλαμά, το Σικελιανό, το Καζαντζάκη, το Γρυπάρη, το Μαλακάση, το Παπαντωνίου, το Πορφύρα, τον Ουρανη και πάρα πολλούς ακόμα, τους σύγχρονους Σεφέρη, Ελύτη, Ρίτσο, Σκαρίμπα, Λειβαδίτη, Βρεττάκο, Σαχτούρη, Εμπειρίκο και άλλους πολλούς πού μας άφησαν έργο αληθινό, μια ποίηση πού υπάρχει και ζει χωρίς ο χρόνος να τής φέρνει το θάνατο. Χρέος δικό μας, αυτή την ποίηση, να μην την απαρνηθούμε, να την κλείσουμε στην καρδιά μας, να την αγαπήσουμε, να την πλατύνουμε, να μην τη σβήσουμε από την πνευματική τού λαού μας Ιστορία. Να την κάνουμε τραγούδι μας. να την κρατήσουμε στον ήλιο, να τη δώσουμε στις γενιές πού υπάρχουν και στις άλλες πού θάρθουν, ιερή κληρονομιά και ανθρώπινο μεγαλείο για το κέρδισμα ενός καλύτερου κόσμου.
Σας Ευχαριστώ πολύ